Στο προηγούμενο σημείωμά μου αναφέρθηκα στην κινηματογραφική αναπαράσταση λευκών πρωταγωνιστών να πρωτοστατούν στην πολιτιστική σωτηρία του Άλλου το οποίο και εναγκαλίζονται. Δεν θα ήταν υπερβολή, αν και όχι ένα «καθαρό» παράδειγμα, να συμπεριλαμβάναμε σε αυτό το στερέωμα και το «My Life in Ruins» (MLR). Ο λευκός σε αυτήν την περίπτωση είναι ο μεταμοντέρνος Αμερικανός Ζορμπάς που καθοδηγεί την Ελληνοαμερικανίδα στην ανεύρεση της προσωπικής της ευτυχίας· να βρει, πιο συγκεκριμένα, το κέφι/mojo της.
Το MLR αυτοτοποθετείται σε σχέση με δύο ταινείες που και τα ταμεία σπάσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες και λειτούργησαν σαν τόποι σημασιοδότησης του Ελληνικού στην Δύση (και αλλού). Αναφέρομαι βέβαια στο «Never on Sunday» (1960) και «Zorbas» (1964). Είναι αδύνατον να ξεφύγουν του θεατή οι σχετικές παραπομπές: ο ρεσεπτιονίστας του ξενοδοχείου να καταβροχθίζει Ζορμπά και η Βάρδαλος/Georgia/Angie να το παίζει Μερκούρη/Ιλυα τραγουδόντας «Τα Παιδιά του Πειραιά» στην ακρογιαλιά. (μια σκηνή γυρισμένη στην Ισπανία, όπως έχει ειπωθεί· αλλά η Ακρόπολις, Ακρόπολις)
Μόνο που για να μεταμορφωθεί η Ελληνοαμερικανίδα Βάρδαλος σε Ελληνίδα Μερκούρη απαιτείται η διαμεσολάβηση του Αμερικανού τουρίστα, Irv, ο οποίος και λαϊκή σοφία επιδεικνύει, και βαθειά αισθάνεται, και γλέντι ξέρει τι θα πει, και ο συνωστισμός στο κρεβάτι δεν του είναι άγνωστος. Είναι ο μεταμοντέρνος Αμερικανός Ζορμπάς που μπορεί να καθοδηγήσει την άκεφη Ελληνοαμερικανίδα μας μόνο όταν η συγκεκριμένη πολιτιστική βίωση του κεφιού ισοπεδώνεται στην γενικευμένη σημασιολόγηση του κεφιού σαν mojo. Let the good times roll.
Η ευθυγράμμιση λοιπόν του MLR με δύο κινηματογραφικούς τόπους που μυθοποίησαν το Ελληνικό μπάζει σ' αυτήν την αφήγηση και τους Αμερικανούς. Βέβαια εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Έλληνας «Πούπι» κατέχει μια σημαντική θέση «ιθαγενούς» Ζορμπά, σαν εθνικά αυθεντικός (?)* ρομαντικός εραστής (τον οποίον ακολουθεί κατά πόδας και η νέα γενιά [τριαντάφυλλα σε μικρούλες ξένες ξανθιές και τέτοια]).
Αλλά αν ο «Zorbas» και το «Never on Sunday» δραματοποιούν την συνάντηση των Ελλήνων με το Δυτικό τοποθετόντας τους πρώτους σαν ενεργούς διαμεσολαβητικούς φορείς, το «My Life in Ruins» (2009) επαναγράφει αυτήν την σχέση, καθώς σε αυτήν την περίπτωση είναι ο Αμερικανός Ζόρμπας που λειτουργεί καταλυτικά, και στην Ελλάδα μάλιστα, διαμεσολαβόντας να βρει η Αμερικανοποιημένη Ελληνίδα το κέφι της.
Και δεν υπάρχουν όρια από τη στιγμή που το βρίσκει. Και λάμπει από joy η Χολλιγουντιανή πια Γεωργία/Angelina (Jolie) και από έρωτα τρελλαίνεται με τον clean cut πια εθνικό εραστή, τον «George Clooney του Greece».
Με αυτόν τον τρόπο καταρρίπτεται σε κάποιο βαθμό η έννοια της πολιτιστικής ιθαγένειας μια και ακυρώνεται η ταύτιση του εθνικού χώρου και πολιτιστικής ιδιαιτερότητας. Έχει χώρο η Ελλάδα και για δυο και για παραπάνω Ζορμπάδες από παντού. Το mojo νάναι καλά.
Το κόστος σε αυτήν την μεταμοντέρνα κατάσταση έγκειται στην ισοπέδωση της «βαθειάς» εμπειρίας του πολιτιστικά προσδιορισμένου κεφιού στους επιφανειακούς και παγκοσμιοποιημένους ρυθμούς των relaxed good times. Έλληνες και Τούρκοι, Γερμανοί και Αμερικανοί, όλοι ευτυχισμένοι στην ακρογιαλιά· και το κύμα και στις δύο πλευρές του Αιγαίου, και στις δύο άκρες του Ατλαντικού, παφλάζοντας να γεμίζει τις μπαταρίες του mojo μας.
* «Αυθεντικός» Έλληνας βέβαια αλλά με τα γένεια να θυσιάζονται λόγω Ελληνοαμερικανικής απαίτησης, μια σοβαρή κατάσταση περί «τριχών» που θα με απασχολήσει στο άμμεσο μέλλον.
No comments:
Post a Comment