Sunday, April 17, 2022

Μαρτυρία Μετανάστη Αντωνίου Ανωνύμου

“This work is about those forgotten women and men, immigrants, who labor in extraordinary effort, but who toil and eventually die in complete silence and anonymity. They are the voiceless, even as they have fed tens of millions of Americans…” 

Taso Lagos, “Cooking Greek, Becoming American: Forty Years at Seattle’s Continental Restaurant” (2022) 

Διαβάζω τις παραπάνω γραμμές και το αίσθημα αναγνώρισης με συνταράσσει.

Όταν τον Μάρτιο του 2020 το κόβιντ σήμαινε φάσμα θανάτου έθεσα στον εαυτό μου το εξής ερώτημα: τι ήταν αυτό που απόλυτα προέχει να αφήσω πίσω μου ως ύστατη παρακαταθήκη; Δεν υπήρξε η παραμικρή αμφιβολία για την απάντηση, όλη μου η ύπαρξη επέβαλλε να δώσει φωνή στην επταετή μου εμπειρία ως σερβιτόρου στην Αμερική, ενός (εξαντλητικού) επαγγέλματος που εξάσκησα από το 1985 μέχρι το 1992, παράλληλα με τις σπουδές μου, πρώτα στην Μηχανική Περιβάλλοντος και μετέπειτα στην Πολιτισμική Ανθρωπολογία. 

Η πιθανότητα «απόλυτης σιωπής» για αυτήν την πτυχή της μεταναστευτικής μου εμπειρίας που βαθιά με καθόρισε μου ήταν αδιανόητη. 

Το καλοκαίρι του 2020 άρχισα την επεξεργασία ενός τέτοιου αφηγήματος, όχι ακριβώς αυτοβιογραφίας, αλλά κάτι που θα ονομάζαμε auto-fiction. Όμως όχι για πολύ, επείγουσες υποχρεώσεις στο πανεπιστήμιο και αλλού  επέβαλλαν αναβολή. Οι προτεραιότητες είχαν αλλάξει, δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Αυτή η εργασία πρέπει να περιμένει, άγνωστο μέχρι πότε. 

Αποφάσισα όμως να μοιραστώ ένα απόσπασμα υπό ανάπτυξη, ο τρόπος μου να συνεισφέρω στην συζήτηση για την «κουλτούρα του Ελληνοαμερικανικού εστιατορίου» που επιτέλους έχει αρχίσει! (καθώς και τις εργατικές καταβολές κάποιων από εμάς που τώρα βρισκόμαστε στο Αμερικανικό πανεπιστήμιο)

Μαρτυρία Μετανάστη Αντωνίου Ανωνύμου 

… Αυτή η έννοια του επιβεβλημένου-εντατικοποιημένου-πειθαρχημένου χρόνου μου επιτρέπει να συναντήσω, επίσης στην λογοτεχνία, κάποιους παλιούς αλλά διαφορετικού τύπου μετανάστες, αυτούς που αντί για απεργία την έκαναν με άλλη «επιχειρη-ματολογία». 

Το Middlesex ακόμη μια φορά φωτίζει τα ίχνη συγγένειας με εκείνους τότε, η λογοτεχνία κάτι σαν ηχώ αναγνώρισης ιστορικού χρονομέτρου: 

«Η σύντομη θητεία του παππού μου στη Βιομηχανία Μηχανημάτων Φορντ σημάδεψε τη μοναδική φορά που οποιοσδήποτε Στεφανίδης δούλεψε στην αυτοκινητοβιομηχανία. Αντί γι αυτοκίνητα, έμελλε να γίνουμε κατασκευαστές πιάτων με χάμπουργκερ και ελληνικές σαλάτες, βιομήχανοι της σπανακόπιτας και των ψημένων σάντουιτς με τυρί, τεχνοκράτες του ρυζόγαλου και της τάρτας με κρέμα μπανάνα. Γραμμή συναρμολόγησης ήταν για μας η ψησταριά». (Ευγενίδης, σ. 139) 

Όταν οι σημερινοί μετανάστες επιχειρηματίες λιτά λιτανεύουν λέξεις όπως γουόρk, harντ γουόρk, αυτήν την μεταβιομηχανική βιομηχανοποίηση του χρόνου αποδίδουν. Δεν είναι τυχαίο που οι σχετικά νεότερες καραβάνες της ξενιτιάς, αυτοί του 1960 και 1970, αυτούς που συναντήσαμε και συναναστραφήκαμε, ήταν άσσοι στην μεταφορά του σχετικού λεξιλογίου. «Κουρδισμένη η μέρα ανάλογα με τις αλλαγές φρουράς, υπακοή και υπομονή», δεν έπαυαν να επαναλαμβάνουν σαν μαγνητοφωνημένο διάταγμα, το δικό τους παράσημο επαγγελματικής ανόδου πειστήριο της αλήθειάς τους. «Οι συνήθειες των παλιών έγιναν και δικές μας, θα γίνουν και δικές σας» έλεγαν––και το αποδίδω πιστά στα ελληνοαγγλικά τους, «το habit τους θα γίνει και δικό σας habit», αποστήθιση μιας επικής μεταναστευτικής γενεαλογίας. 

Αλλαγή φρουράς! Εγώ προσωπικά περί στρατιωτικής ζωής δεν γνωρίζω, ανυπότακτος κηρύχθηκα (η ανωνυμία με επιτρέπει να εξομολογηθώ στην αστυνομία). Αλλά άμεσοι ήταν οι παραλληλισμοί μεταξύ της εμπειρίας τους στο στράτευμα και αυτής στην ξενιτιά. Αυτό από τον λαϊκό ποιητή της παρέας, καταγραμμένο: «Μεραρχία, κλίνατε προς τα δεξιά, έτοιμοι, εμπρός μαρς! Εμπρός για τον Mars, να ξεγλιστρήσουμε του γδάρτη March». Ακόμα και στο τσακίρ κέφι το φάντασμα του παρελθόντος χαριτολογώντας στοιχειώνει το παρόν. Τικ τακ, τίκι τίκι τακ, ο χρόνος ωρολογιακή βόμβα. Ο χρόνος που δημιουργεί την διάβαση προς το μεταναστευτικό όνειρο είναι ο παγερά επαναλαμβανόμενος χρόνος. Ο ρυθμισμένος χρόνος, ο σταματημένος στην κυκλικότητά του σε αέναη κίνηση. Έτοιμοι, εμπρός, αλτ· εμπρός αλτ!». Εμπρός march! 

Άλλοι πάλι, θυμάμαι, το έθεταν με ποδοσφαιρικούς όρους. «Και εκτός έδρας παίζετε, και το γήπεδο δεν γνωρίζετε, και με παίκτη λιγότερο παίζετε», μας νουθετούσαν. «Δουλέψτε, τρέξτε, αγωνιστείτε, βρείτε το σύστημα, να μπορέσετε να ποντάρετε διπλό για την έκπληξη». Δεκατριάρι στην πιάτσα λαϊκής κοινωνιολογίας τα λόγια τους. 

Σε μας απευθυνόταν, εμείς το ακροατήριο, οι μάρτυρες της μαρτυρίας τους. Με μας αισθανόταν μια κάποια συγγένεια, ένα νήμα αναγνώρισης με μας ήταν που τους διέτρεχε. Διότι εμείς βλέπετε δεν ήμασταν απλώς φοιτητές εξωτερικού. «Κάτι παραπάνω και συνάμα κάτι λιγότερο ήμασταν. Της ανάγκης διπλή ιδιότητα είχαμε, φοιτητές–εργάτες. Διπλά ωράρια, το σώμα να τσιρίζει ––εργάτες–φοιτητές /φοιτητές–εργάτες–– την γραμματική εργασίαςχωρίςανάπαυλα». Η ταξική μας θέση απαιτούσε διπλή τάξη, σε προστακτική. 

Για να ακριβολογήσω, σερβιτόροι-φοιτητές είμασταν, φοιτητές φτωχαδάκια. Είτε η αποτυχία στις Πανελλαδικές, είτε η δραπέτευση από καταστάσεις ανομολόγητες, είτε η φτώχεια και άλλα κάτεργα της Ελληνικής κοινωνίας μας έφεραν μαζί. Ελιγμός φυγής από τον σιδερένιο κλοιό της οικογένειας για κάποιους, κατεργαραίοι όπου φύγει-φύγει. Κάποιοι, μια οξεία μειονότητα (όπως αποδείχθηκε), είχαν διακρίνει τα σύννεφα-καταιγίδες του λαϊκισμού στην ελλάδα να μαυρίζουν το αριστερό όνειρο. Για μερικούς, το σπανιότατο είδος στην πιάτσα μας––«φοιτητής στις ανθρωπιστικές επιστήμες»––αιτία εξόδου η ασφυκτική συντηρητικότητα της Ελληνικής φιλολογίας, δεν κουραζόταν να επαναλαμβάνουν. (αυτό, με πήρε πολύ καιρό και αρκετά διαβάσματα να το καταλάβω.) Αλλά για μας, η φτώχια, φρένο και ώθηση ταυτόχρονα, να το ξαναπώ. Τα κάτι που έστελναν οι γονείς, όταν μπορούσαν, όσο άντεχαν, αν ήταν δυνατόν, δεν αρκούσαν παρά για τα μεθύσια του σαββατοκύριακου· για την εβδομαδιαία σωτήρια κάθαρση. Η δραχμή τότε ψίχουλα ήταν, τα δίδακτρα υπέρογκα σε δολάρια. Σερβιτόροι σε ελληνικό εστιατόριο, φυσικά. Χωρίς άδεια εργασίας, πού αλλού; Καταφύγιο στους ομοεθνείς, στα όμοια. «Βάρος στους ώμους και ο δίσκος σουβλάκια φορτωμένος, και το σουβλερό ρίσκο της παρανομίας του συνεχής υπενθύμιση στο σώμα». 

Εξάρτιση από μια και μοναδική αγορά εργασίας σήμαινε ένα σημαντικό «δεν». Δεν σε εκθετική επανάληψη. Δεν τολμάς ρότα προς Ελλάδα τα καλοκαίρια, ακόμα κι αν έχεις την πολυτέλεια να καλύψεις τα αεροπορικά. Δεν ρωτάς τον εαυτό σου πως αισθάνεται απλώς παπαγαλίζεις, δεν πάω, δεν το διακινδυνεύω, δεν το ρισκάρω πρέπει να πεις να τον πείσεις, η παρουσία σου στο μαγαζί μεσοκαλόκαιρο ξόρκι μη τυχόν και κάποιος νεοφερμένος αρπάξει την θέση εργασίας στην περίπτωση που εσύ με φραπέ αφρών Αιγαίου θα υπνωτιζόσουνα. Μιλάμε για στρίμωγμα ζήτησης αγαπητή μου αναγνώστρια. Συνωστισμός. «Ήταν και αυτοί που είχαν κηρυχθεί ανυπότακτοι, μεταπτυχιακοί κυρίως, ακάλυπτοι (ποιος θα χαρτογραφήσει το Γ.Ο.Κ. της παράνομης παραμονής;) από υποτροφίες τα καλοκαίρια. Εσωτερικός ανταγωνισμός στην συρρικνωμένη αγορά εργασίας. Μελίσσι τα δυο Greek restaurant της πόλης μας, σμήνη οι μνηστήρες μεταφοράς μπακλαβά, ταξιαρχίες οι παράνομοι εργάτες». Ρωτήστε τριγύρω να εξακριβώσετε αν το θεωρείτε απαραίτητο, αν το εξομολογηθούν βέβαια οι ερωτώμενοι, ίσως ανώνυμα, σε ερμητικά σφραγισμένα υπόγεια σαπίζουν τα μυστικά. Για τα παλιά, τα εξομολογήθηκε το συναξάρι του Κορδοπάτη. Δεν αμέλησε να μας υπενθυμίσει και ο Καζάν τον έλληνα μετανάστη με πλαστογραφημένη ταυτότητα στο Αμέρικα Αμέρικα. …. 

Κάπως έτσι λοιπόν επιταχύνθηκε η επιστράτευσή μας στην «βιομηχανία σπανακόπιτας» και στους «τεχνοκράτες ρυζόγαλου» εργασία σερβίρισμα στον ελεύθερο χρόνο της μεσαίας τάξης, στα ραντεβού, στα τελετουργικά φλερτάκια τους άγρυπνη υπηρεσία εμείς, ορίστε φιλετάκια από εδώ, ελληνικά παϊδάκια από εκεί, περιστροφική αντλία σαγανάκι-όπα! all around Τρύπες παντού, στις γνώσεις μας, στα Αγγλικά μας, στην τσέπη μας, στις σόλες των παπουτσιών μας, κι όμως άψογη η νεοαποκτηθείσα ευγένεια. “Can I get you anything else? Thanks for coming, have a good night!” 

Μαρσάρει στην πηχτή νύχτα ο πελάτης με την καλλονή, ρυθμός sirtaki επιτάχυνση, σκύβουμε κι εμείς στα κιτάπια μας να μετράμε δολάριο με δολάριο τα υγρά φιλοδωρήματα, με τρυφερότητα, αξίζει να αναφερθεί, με μια τόση μα τόση τρυφερότητα που μόνο ένα κορμάκι πνιγμένο στον ιδρώτα προσκαλεί… 

Γιώργος Αναγνώστου
Καλοκαίρι 2020

Sunday, April 10, 2022

A Posthumous Letter to Dan Georgakas

Read in the event “The Life, Times and Works of Dan Georgakas,” Panel Discussion. Organized by EMBCA



Talk starts at about 1:43'
Dear Dan, 

It is now more than four months since the news of your passing. Despite your age, I was in disbelief when I found out. I supposed you would be with us forever. 

Once the news of your death sunk in, I made it my habit to revisit your work, rereading your scholarship, about Greek American studies mostly, a subject that was dear to you. I also reread excerpts from your memoir, some poems, and listened to some of your interviews. I plan to study your seminal work, “Detroit I do Mind.” 

As I reread your work, I try to take the measure of what you have left us, our inheritance. And I grapple with the question, what to do with this inheritance? What should each of us individually, and all of us collectively, do with what you have left us? What is our responsibility to your work? 

As I reread your work, I realize, more than ever, how much the immigrant past mattered to you. You cared about the past, you wanted to direct our attention to it, particularly those aspects that have been neglected, or forgotten, discarded as irrelevant, or tossed aside as uncomfortable. You wanted us to know about the working class; the exploitations that it suffered, its involvement in the labor movement for a better America. You wanted us to understand the power of racism, in an interview, in 2018, you called it “the cancer of American society”; you wanted us to understand how it shaped our place and the place of others in the United States. You also wrote about women from a unique angle; unconventional, creative, bold Greek American women in the 1960s. Your poetry also spoke about the experience of young Greek immigrant widows, who had no other options but marry much older men. 

You wanted us to understand the past, to grasp its complexities, to note its contradictions. You were a historian committed to documentation and determined to speak historical truths, even if those truths were taboo and made some in the community uncomfortable. It was, you felt, your responsibility, the right thing to do, the ethical thing to do. You had no patience with sugarcoating of the past. You witnessed it and you knew how unfair––one might say how violent––it is to try to cut the past down to size, to fit idealizations and serve triumphalism. 

As a historian and a person who eye-witnessed immigrant life you knew better than to simplify immigrant lives. You refused to caricature Greek Americans. You knew that immigrants struggled, worked hard, enjoyed some success, experienced failures. That is why you were impatient with the narrative of struggle and success. Life is not a linear highway leading to the Eldorado of the American Dream. Your perspective, your words, resonate with me deeply. I started my life as a working-class immigrant who achieved some things but failed in others. It is refreshing––viscerally refreshing––to hear you speak about the humanity of Greek Americans. To recognize their limits, their failings; which is to say, their humanity. In this you are in good company with Helen Papanikolas and Harry Mark Petrakis who also eye-witnessed much of twentieth century Greek America and did the same 

This passion of yours to humanize Greek Americans connects to another passion of yours: to develop Greek American studies. You saw academic research as a venue to understand Greek America’s complexity. You recognized it as one of the few remaining venues–– along with literature, poetry, and film––to learn, to reflect, to speak about difficult topics and new ideas. This is the reason you never tired of advocating Greek American studies. You saw the value of high quality, committed, rigorous Greek American research. You were calling for its institutional growth for a long time. 

But this call remains unheeded. Our institutions have not taken the necessary initiatives. At least, not yet. In our conversations we often pondered this question: Why is it that Greek Americans, who take such a great pride in their educational achievements, do not invest in Greek American humanities and social science? Why are the names of our poets, novelists, and labor heroes unknown? Do we know who George Economou was and why his work matters? Do we know why Louis Tikas was murdered? Do we know about the work of Nikos Petropoulos and why it is important? Do we know what a Greek American author meant when she wrote of her family’s “heritage of fear”? Do we know what Dan meant when he was referring to the ethnic “third eye” and its significance? 

Dear Dan, I read the praises of your person in Greek American obituaries. There is exaltation about your contributions to secular Greek American Hellenism, praise for promoting Greek American studies. I wonder what your feelings and thoughts would have been had you read this overwhelming approval. Perhaps you would have cracked your wry, knowing signature smile. Perhaps you would have said, “nice words, but will action follow”? 

You have left us with a legacy of many words and actions, Dan. The question we should be asking, I believe, is what we do with what you have left us. Do we know, as a community, what we have inherited from you? 

I am thinking a great deal about your non-academic intellectual work, your work as an editor of the American Journal of Contemporary Hellenic Issues, for example. Your numerous talks sponsored by Greek American organizations and communities. I am trying to understand your major shift, as I see it, from radical politics in the 1960s and 1970s to a kind of mainstream cultural activism in Greek America in the post-junta years. During our interview, in 2019, when I last saw you in person, I got the feeling that you wanted to bring change by working from within, as an insider. And you accomplished much. You managed to feature Greek American poetry in a Greek American policy journal! You published essays by Greek American college students. You kept inviting me to submit work for broad, non-academic audiences. You wanted, it seems to me, to gradually open up Greek American institutions to the humanities and social sciences. But I wish you were here with us to disclose, did you feel there were limits to what one could or could not say in these settings? Was there something radical you felt the need to say, but for some reason you didn’t? 

This question preoccupies me, and I believe it was on your mind too: is there room in Greek America for an inclusive, open dialogue which includes critical self-reflection? At some point in your life, you were struggling for a Greek American success––an alternative success––we rarely if ever talk about. Success in sustaining an exciting and yes agonistic conversation about Greek American issues, the ways we represent the Greek American past, the kind of cultural policy we practice, the Greek American future. It seems that we need to harvest our best democratic impulses to make this happen. 

Dan, it is time to bid farewell. This is my second farewell, the first was my tribute to your work in the journal Ergon. Dan, you kept working––working until your very last days––to enrich our understanding of Greek America. You spoke about taboo topics, you insisted that academics should also learn to speak for a broad Greek American audience, you advocated that we create spaces––journals, blogs, webinars––to foster an exciting Greek American conversation. This is the inheritance I embrace, and feel the responsibility to keep alive. 

I do not believe the journey ahead will be easy. After all, we have been building these spaces of learning for some time now. We have been building it, but will people come? What will it take for people and organizations to support our projects? 

Dear Dan Georgakas, son of Detroit, of New York City, of Anatolia and the Peloponnese; Dan of Cineaste, of “Detroit I do Mind Dying,” of Black Mask, of anti-junta activism: We will not only remember you; we will keep you informed of our news. We don’t know what the news will be. That depends on us. 

Αιωνία η μνήμη. 

Υiorgos Anagnostou 
April 10, 2022.