«Όταν βασίλευε στην Αμερική ο περίφημος Μακάρθυ κι άρχιζε ο ψυχρός πόλεμος, ήρθα στην Αμερική. Πώς ήρθα; Εξ αιτίας του 'Γυάλινου Κόσμου', ο οποίος είχε εκδοθεί από τη ΄Δωδώνη΄. Γνώριζα τον Κάρολο Κουν και μου λέει: 'Θα μου κάνεις μια μερακλίδικη μετάφραση΄. Το έργο είχε επιτυχία., έπαιζαν η Λαμπέτη, ο ίδιος ο Κουν, ο Λυκούργος Καλλέργης και μια ηθοποιός με μεγάλο ταλέντο που έχει πεθάνει, η Μαρία Γιαννακοπούλου. Όταν παίχθηκε το έργο ο Τενεσή Γουίλιαμς έγραψε ένα γράμμα στην Πρεσβεία, είχε βρει τη διεύθυνσή μου από τον ατζέντη του ή τον αντιπρόσωπό του και δεν είχα κανένα πρόβλημα να έρθω εδώ (στην Αμερική). Όταν ήρθα, το 1952, ήταν πολύ δύσκολο να μείνει κανείς και έκανα έναν από τους λεγόμενους 'έικονικούς' ή ψεύτικους γάμους. Έτσι μπόρεσα κι έμεινα, γιατί μου άρεσε η Αμερική.
Μου άρεσε η ελευθερία, να παίρνεις το αυτοκίνητο και να πηγαίνεις από τη Νέα Υόρκη στην Καλιφόρνια, χωρίς να σε σταματάει ο αστυφύλακας, όπως μας σταμάταγε με το Λειβαδίτη όταν μέναμε στο Μεταξουργείο και φτάναμε στο Κολωνάκι. Μας έλεγε: 'Τι θέλετε εδώ;'
Ήθελα να μείνω, γιατί ήμουνα πολύ φτωχός στην Ελλάδα, με τρύπια παπούτσια, δεν είχα λεφτά να κόψω τα μαλλιά μου. Είχα πολλά μαλλιά τότε, μακάρι να τα ΄χα και τώρα. Ντρεπόμουν να λέω στη μητέρα μου: 'Δεν μου δίνεις λεφτά να πάω στον κουρέα, να κόψω τα μαλλιά μου; Θα με δει ο Πρεσβευτής, να βάλει τη σφραγίδα...'.
Από εκεί που φοβόμουν στην Ελλάδα και δεν ήξερα να κάνω τίποτα, δεν ήξερα να οδηγώ αυτοκίνητο, δεν ήξερα γραφομηχανή, δεν έξερα πως να γίνει κανείς μπάρμαν, τα έκανα όλα αυτά, όλες αυτές τις χειρωνακτικές δουλειές, φυσικά με τον κρυφό πόθο (μια που τρόπον τινά ήρθα ξυπόλητος από την Ελλάδα), να γυρίσω με λεφτά. Αλλά έμεινα από το 1952 και δεν ξαναπήγα πίσω.
Πήγα κι έζησα στο Χάρλεμ. ΄Εκανα το λάθος να πάω. Ήταν ορισμένες από τις αποτυχίες της ζωής μου. Και μετά είπα: πρέπει να πάω στην Αστόρια, να συγκεντρωθώ για να γράψω.
Επειδή είμαι τύπος αντιφατικός, επαναλαμβάνω πως ό,τι ξέρω Ελληνικά το ξέρω κι εγγλέζικα, αλλά είναι ίσως λόγοι συναισθηματικοί που με κάνουν και γράφω ελληνικά. Άλλωστε μια μικρή αναγνώριση που είχα στην Ελλάδα, την οφέιλω στα ελληνικά γραψίματά μου...»
Δύο ποιήματά του:
BROOKLYN BRIDGE
Όλα θα γίνουν σκηνικό της μνήμης.
Τ’ αργόκοβο χέρι κι’ αυτό
το τόσο ανθρώπινο, γαλανό βλέμμα
να δραπετεύει υγρό σαν κύμα.
Το φεγγάρι πλατύ και στοργικό
σαν επιστήθιος φίλος, πάνω μας.
Όλα θα γίνουν σκηνικό της νύχτας.
Απέναντι,
βουίζει με λάμψη σα σμάρι ανενόχλητο
ο πολιτισμός.
Μόνο η δειλία δεν γίνεται το τέλειο πεπρωμένο μας
καθώς ορθοί, στο άπειρο, ανάμεσα σε δυο κόσμους
πειθαρχούμε σε μιαν άλλη επιταγή.
Μη φύγεις στα μυστικά οροπέδια της ψυχής.
Τώρα που σμίγουν οι σφενδόνες της φωτιάς με το σεισμό,
ας τιναχτούμε με τη γέφυρα,
το καύχημα του περασμένου αιώνα,
ας βουλιάξουμε με κόκκους αλάτι στα μάτια
παίρνοντας μαζύ μας σαν τελευταίο όραμα
το χέρι της Ελευθερίας γεμάτο λειχήνες
πριν απολιθωθούμε στην αιώνια ανωνυμία
του έρωτα.
(www.poiein.gr/archives/9433/index.html)
No comments:
Post a Comment