Saturday, December 2, 2023

Ελληνοαμερικανικοί τόποι. Η μελέτη, η έρευνα και η αρχειακή συλλογή της ελληνοαμερικανικής εμπειρίας. [Greek American Topoi: The study, research, and the archival collection of the Greek American experience]


Originally published in The Books’ Journal, Τεύχος 104, Δεκέμβριος, 2019.

Δεν θα ήταν υπερβολικό να ισχυριζόταν κανείς ότι κατά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες τουλάχιστον διαδραματίζεται μια άνθηση της πολιτιστικής παραγωγής για το ελληνοαμερικανικό φαινόμενο τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις ΗΠΑ. Ιστορικοί, κριτικοί λογοτεχνίας, μεταφραστές, εκδότες, λογοτέχνες, μουσικοί, ποιητές, κινηματογραφιστές, συνθέτες, λαογράφοι και δημοσιογράφοι, μεταξύ άλλων, ελκύονται από το φαινόμενο, το αποδίδουν και το εξετάζουν πολύπλευρα.

Πρόκειται για μια πολιτιστική παραγωγή ποιότητας της οποίας η αξία έχει αναγνωριστεί διεθνώς. Να αναφέρω ως παραδείγματα τα βραβευμένα μυθιστορήματα του Jeffrey Eugenides «Middlesex» και της Κάλλιας Παπαδάκη «Δενδρίτες»· την πρωτοποριακή βιογραφία του Zeese Papanikolas «Buried Unsung: Louis Tikas and the Ludlow Massacre», η οποία έχει μεταφραστεί και στα ελληνικά· το ποιητικό αφήγημα του David Mason Ludlow: A Verse-Novel, το οποίο έχει αναλυθεί από πανεπιστημιακούς· τα αστυνομικά μυθιστορήματα του Τζωρτζ Πελεκάνος, πολλά από τα οποία είναι διαθέσιμα στην Ελλάδα· τη λογοτεχνική μελέτη του Γιώργου Καλογερά «Ιστορίες της Πατρίδος μου»· το πρόσφατο μυθιστόρημα του Χρήστου Αστερίου «Η Θεραπεία των Αναμνήσεων»· το μουσικό δρώμενο «Καφέ Αμάν Αμέρικα»· τα ντοκιμαντέρ της Μαρίας Ηλιού «Το Ταξίδι μου», και της Φρόσως Τσούκα «Λάντλοου: Οι ΄Ελληνες στους Πολέμους του Άνθρακα»· την ποίηση του Χρήστου Τσιάμη· το καθηλωτικό «Astoria» της Elli Paspala· το πρότζεκτ αρχειοθέτησης «Ελληνική Μουσική στην Αμερική», που τιμήθηκε πρόσφατα με επιχορήγηση από το National Endowment for the Arts. Αυτά αποτελούν απλώς μερικά ενδεικτικά παραδείγματα μεταξύ αρκετών άλλων, και κάποιων που πρόκειται σύντομα να δουν το φως της δημοσιότητας.

Τα αφηγήματα αυτά είναι αποτέλεσμα της διακίνησης γνώσεων, ανθρώπων και κεφαλαίων στο διεθνικό πεδίο που διαμορφώνεται μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελλάδας – της «Greek America». (1) Η ταινία του Παντελή Βούλγαρη Νύφες, για παράδειγμα, βασίστηκε στο αρχειακό υλικό που εντοπίστηκε στο μουσείο της Νήσου Έλις, ενώ αποτελεί επίσης ελληνοαμερικανική συμπαραγωγή. Παρόμοια, η ιστορική μελέτη της Ιωάννας Λαλιώτου Διασχίζοντας τον Ατλαντικό απαίτησε έρευνα σε αρχεία στις ΗΠΑ και μελέτη μονογραφιών οι οποίες παράχθηκαν και χρηματοδοτήθηκαν από αμερικανικά πανεπιστήμια.

Η προσέγγιση του ελληνοαμερικανικού φαινομένου ως πεδίου διεθνικής πολιτιστικής διακίνησης τονίζει τη σημασία του διαμεσολαβητικού ρόλου των ατόμων και των θεσμών σε αυτήν τη διαδικασία. «Πολιτιστικοί εργάτες», όπως οι εκδότες, οι μεταφραστές, οι καλλιτέχνες και οι ερευνητές, δημιουργούν διαύλους γνώσης, απόλαυσης και διαλόγου μεταξύ των Ελληνοαμερικανών και των Ελλήνων. Οργανισμοί όπως το Fulbright Greece, το Ίδρυμα Νιάρχος, καθώς και Νεοελληνικά Προγράμματα στις ΗΠΑ, χρηματοδοτούν έρευνες σε ελληνοαμερικανικά θέματα.

Η επένδυση αυτή εξοικειώνει το ελληνικό κοινό με την ελληνοαμερικανική εμπειρία και τέχνη. Είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε περί του εργατικού κινήματος των ελλήνων εργατών στις ΗΠΑ μέσα από ντοκιμαντέρ όπως το Ταξισυνειδησία. Τα τραγούδια και η μουσική των μεταναστών έγιναν ευρέως γνωστά στην Ελλάδα μέσω του νεοϋρκέζικου συγκροτήματος Café Aman America, ενώ πιο πρόσφατα επανερμηνεύτηκαν από τους Τακίμ Καφέ Αμάν Αμέρικα. Αυτή η κυκλοφορία φέρνει τους Ελληνοαμερικανούς πιο κοντά μας, τους κάνει λιγότερο άγνωστους. Να αναφέρω ένα προσωπικό παράδειγμα: το 2018 βίωσα μια «κλασική» ελληνοαμερικανική στιγμή στο Χαλάνδρι, όταν όλο το κοινό σε συναυλία των Τακίμ συνευρέθηκε στο χώρο της ποιητικής διγλωσσίας: «γιατί μωρό μου sweet heart / να με πληγώνεις τόσο hard?».

Με αυτή την αρχική επισκόπηση κατά νου, ας εστιάσουμε σε ένα συγκεκριμένο τόπο αυτού του χάρτη, τη συστηματική μελέτη, έρευνα, και αρχειακή συλλογή της ελληνοαμερικανικής εμπειρίας και έκφρασης στις ΗΠΑ. ΄Οσον αφορά τα αρχεία, εντοπίζουμε τουλάχιστον τρία πεδία δράσης: (α) Εθνοτικά μουσεία και κοινότητες· (β) αρχεία εταιρειών μελέτης της ιστορίας, όπως το The Balch Institute στη Φιλαδέλφεια· (γ) πανεπιστημιακές συλλογές, όπως το αρχείο του Θεόδωρου Σαλούτου στο πανεπιστήμιο της Μινεσότα, καθώς και συλλογές εποπτευόμενες από προγράμματα ή κέντρα νεοελληνικών σπουδών, όπως το Tsakopoulos Hellenic Collection στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Σακραμέντο και το The Pyrros Papers στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν. Ταυτόχρονα υπό δημιουργία βρίσκεται και το ελληνοαμερικανικό αρχείο του Queens College.

Ο τομέας της έρευνας, της διδασκαλίας και γενικώς της προώθησης της επιστημονικής γνώσης για τους Ελληνοαμερικανούς υπηρετείται κυρίως από δύο φορείς. Πρώτον, είναι οι ερευνητές που λειτουργούν κυρίως έξω από το πανεπιστημιακό πλαίσιο. Οι ιστορικοί Helen Papanikolas, Dan Georgakas, Steve Frangos και η λαογράφος Tina Bucuvalas είναι ερευνητές και ερευνήτριες που συνέβαλαν σημαντικά και με διάφορους τρόπους στον εμπλουτισμό της γνώσης μας. Είναι αξιοσημείωτο ότι αρκετοί από τους παραπάνω λειτουργούν με πολλούς ρόλους ταυτόχρονα: αυτοβιογραφούνται, συγγράφουν βιογραφίες των μεταναστών γονέων τους, αρθρογραφούν, δημοσιεύουν ποίηση, συγγράφουν επιστημονικά βιβλία και άρθρα, εκδίδουν περιοδικά, συμβάλλουν στη διατήρηση της υλικής και της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς. Η πιο γνωστή προσωπικότητα στην Ελλάδα είναι ο Νταν Γεωργακάς, κυρίως μέσω του ντοκιμαντέρ Ο Επαναστάτης της Διασποράς και της αυτοβιογραφίας Το Δικό μου Ντιτρόιτ. Σημειωτέον ότι ελληνοαμερικανοί ερευνητές και λογοτέχνες οι οποίοι γεννήθηκαν πριν από το 1950, συμπεριλαμβανομένων των Harry Mark Petrakis, Elaine Thomopoulos, και Thomas Doulis, συνέχισαν και συνεχίζουν να παράγουν έργο μέχρι τα βαθιά τους γεράματα.

Κάποιοι από τους παραπάνω ερευνητές συνεργάζονται με το δεύτερο φορέα ελληνοαμερικανικής μάθησης στις ΗΠΑ, τους πανεπιστημιακούς. Το αφιέρωμα για τον ελληνοαμερικανικό κινηματογράφο στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Modern Hellenism είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Δεύτερο παράδειγμα είναι η πολύχρονη συνεργασία του Γεωργακά με τον ιστορικό Αλέξανδρο Κιτροέφ στη συνέκδοση του Journal of the Hellenic Diaspora. Ακόμη ένα αποτελεί η πρόσφατη ανθολογία κειμένων και μελετών στον τόμο Greek Music in America. Η σχέση μεταξύ των ακαδημαϊκών και των εξωπανεπιστημιακών ερευνητών, βεβαίως, δεν είναι πάντοτε αρμονική. Υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες οι δεύτεροι καταγγέλλουν τους πρώτους ότι δεν καλλιεργούν στο μέγιστο δυνατόν την έρευνα για το ελληνοαμερικανικό πεδίο.

Στο χώρο του αμερικανικού πανεπιστημίου, τα νεοελληνικά προγράμματα σπουδών έχουν να επιδείξουν μια σύνθετη σχέση με το ελληνοαμερικανικό γνωστικό αντικείμενο, η οποία σημειωτέον δεν μπορεί να γενικευθεί. Κάποια προγράμματα, όπως αυτά στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο, επένδυσαν στη διδασκαλία, στη διοργάνωση συνεδρίων, στη δημιουργία και τον εμπλουτισμό του αρχειακού υλικού, κυρίως με τη συλλογή προφορικών μαρτυριών από μετανάστες και από τα παιδιά τους. Άλλα προσφέρουν υποτροφίες που μεταξύ άλλων υποστηρίζουν τόσο μεταπτυχιακούς φοιτητές, όσο και καθηγητές ειδικευόμενους σε ελληνοαμερικανικά θέματα. Τα πανεπιστήμια του Columbia και του Princeton έχουν πρωτοστατήσει σε αυτό τον τομέα. Πολλά πανεπιστήμια συμπεριέλαβαν στα προγράμματά τους την παρουσίαση των ελληνοαμερικανικών γραμμάτων στις τοπικές κοινότητες. Κάποια χρηματοδοτούν την έκδοση βιβλίων. Κάποια άλλα, όπως το University of Michigan, καλλιεργούν την έρευνα στο ευρύτερο διεθνικό πεδίο που αφορά τον ελληνοαμερικανικό κόσμο, ενώ το πρόγραμμα του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Οχάιο ενέταξε την έρευνα για τους ελληνοαμερικανούς και τη διασπορά στους κεντρικούς στόχους του. Η Εταιρεία Νεοελληνικών Σπουδών στις ΗΠΑ (MGSA) υποστηρίζει υλικά και συμβολικά τις πρωτοβουλίες προώθησης των ελληνοαμερικανικών σπουδών με τη δημιουργία βιβλιογραφιών, τον εντοπισμό αρχείων και την έκδοση επιστημονικών περιοδικών.

Χάρη σε αυτές τις δραστηριότητες διαθέτουμε μελέτες για τους ποιητές Nicholas Samaras και George Economou, τον συγγραφέα Harry Mark Petrakis, την ιστορικό Helen Papanikolas, τον συνδικαλιστή Louis Tikas, τη φεμινίστρια ακτιβίστρια Constance Callinicos, καθώς και για τη λαϊκή κουλτούρα (popular culture), με χαρακτηριστικά παραδείγματα τις ταινίες My Big Fat Greek Wedding και My Life in Ruins. Αυτή η αξιόλογη επένδυση όμως δεν είναι αρκετή. Απουσιάζει ο κρίσιμος όγκος των αναλυτών οι οποίοι θα ήταν σε θέση να καλύψουν την κυριολεκτικά αλματώδη δημιουργία νέων κειμένων, αλλά και παγιωμένων φαινομένων. Τα φεστιβάλ στην Αμερική, η κωμωδία, η κοινωνική σάτιρα, οι πολιτιστικές και πολιτικές πρακτικές διάφορων φορέων, η προφορική μαρτυρία, η ποίηση, το θέατρο, οι προφορικές ιστορίες, η διατροφική κουλτούρα δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς.

Δεν είναι λοιπόν τυχαία η εξής αναντιστοιχία που έχει αρχίσει να διαφαίνεται σε αυτό το ρευστό τοπίο: Μπορεί να είμαστε μάρτυρες μιας πλούσιας κυκλοφορίας ελληνοαμερικανικών κειμένων, αλλά όλη αυτή η παραγωγή και η κατανάλωση δεν συνοδεύεται από την αντίστοιχη πυκνότητα των αναλύσεων των κειμένων. Αξιόλογα μυθιστορήματα στα ελληνικά με θέμα την ελληνοαμερικανική εμπειρία δεν συζητιούνται από πανεπιστημιακούς. Το έργο τού πρόσφατα εκλιπόντος ελληνοαμερικανού ποιητή Γιώργου Οικονόμου, καθώς και αυτό της Ελένης Σικελιανού δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς. Η ανταλλαγή ιδεών μεταξύ πανεπιστημίου και δημόσιας σφαίρας είναι περιορισμένη, κάτι που επιβραδύνει τη δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών για τη στοχαστική εμβάθυνση, τις νέες ιδέες και τις καινοτόμες ερμηνείες. Με άλλα λόγια, ο δημόσιος διάλογος για τη σημασία του φαινομένου θα μπορούσε να είναι εντονότερος. Το γεγονός ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν υφίστανται πανεπιστημιακές έδρες ή κέντρα σπουδών αποκλειστικά αφιερωμένα στις ελληνοαμερικανικές σπουδές επιτείνει το πρόβλημα.

Ποιοι είναι οι λόγοι της θεσμικής υπανάπτυξης των ελληνοαμερικανικών σπουδών; Ποια τα κοινωνικά επακόλουθά της; Όπως γίνεται κατανοητό, αυτά τα ερωτήματα απαιτούν πολύπλευρη και εκτενή χαρτογράφηση. (2) Για τα ζητούμενα της συζήτησής μας εδώ θα περιοριστώ σε δύο αλληλένδετες πτυχές. Και οι δύο έχουν να κάνουν με βασικές μου ανησυχίες ως πολίτη της διασποράς και ως ερευνητή.

Πρώτον, η περιορισμένη παρουσία των ελληνοαμερικανικών σπουδών στο δημόσιο χώρο έχει αφήσει ευρυχωρία κινήσεων σε όλα τα είδη των απλουστευτικών αφηγήσεων και στερεοτύπων. Στην Ελλάδα είναι κυρίως αρνητικά όσον αφορά το πολιτικό ήθος των ελληνοαμερικανών, όπως διαπιστώθηκε στην πρόσφατη συζήτηση γύρω από την ψήφο της διασποράς. Δεν λείπει, βέβαια, και η κοινότοπη εικόνα του πετυχημένου επιχειρηματία. Στην Αμερική, αντίθετα, τα στερεότυπα είναι κυρίως θετικά, χαρακτηριστική συνέπεια του γεγονότος ότι εκείνοι που έχουν πάρει την εποπτεία της παραγωγής αφηγημάτων για την ταυτότητα και την κουλτούρα είναι σε μεγάλο βαθμό είναι οι ίδιοι οι Ελληνοαμερικανοί. Προκύπτει, λοιπόν, η ανάγκη για υπεύθυνες μελέτες, ώστε αυτές οι ταυτότητες να γίνουν κατανοητές υπερβαίνοντας τα στερεότυπα, εξού και η σημασία της στιβαρής ύπαρξης ελληνοαμερικανικών σπουδών. Εντέλει αυτή η κοινωνική ευθύνη επαφίεται στο πανεπιστήμιο.

Δεύτερον, με βάση τόσο τις συζητήσεις μου με διάφορους νέους επιστήμονες, όσο και την επαφή που έχω με την επαγγελματική πορεία αρκετών από αυτούς, εγείρεται το επείγον ζήτημα της υποστήριξης της νέας γενιάς των ερευνητών. Το υπάρχον και διαφαινόμενο τοπίο δεν αφήνει χώρο για αυταπάτες. Προσωπικά, γνωρίζω ικανότατους ιστορικούς της ελληνοαμερικανικής εμπειρίας οι οποίοι αναγκάστηκαν να ξενιτευτούν λόγω της έλλειψης επαγγελματικών προοπτικών στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Γνωρίζω κάποιες άλλες πολλά υποσχόμενες νέες ερευνήτριες που εκ των πραγμάτων άλλαξαν ακαδημαϊκή κατεύθυνση, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη. Άλλους που ακόμη το παλεύουν, αλλά αμφιταλαντεύονται. Αρκετοί νέοι επιστήμονες με σχετικά ενδιαφέροντα υποαπασχολούνται στο πανεπιστήμιο κάτω από αντίξοες οικονομικές συνθήκες. Η ενασχόληση για αρκετούς είναι υποαμοιβόμενη ή μερικές φορές μη αμοιβόμενη, ένας μόχθος από αγάπη για το αντικείμενο. Χωρίς υποτροφίες και χωρίς τις κατάλληλες εργασιακές συνθήκες, μέχρι πότε θα αντέξουν; Η αποκαλούμενη «ηρωϊκή περίοδος» των ελληνοαμερικανικών σπουδών δεν έχει λήξει ακόμη. Ποιος όμως θα αντικαταστήσει τους εξηντάρηδες και τους εβδομηντάρηδες ερευνητές που βρίσκονται στα πρόθυρα της σύνταξης, αν δεν έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί;

Η χαρτογράφησή μου λοιπόν στρέφεται γύρω από αυτά τα δύο αλληλένδετα πεδία των οποίων οι συντεταγμένες συνεχώς μεταβάλλονται. Δεν είναι σπάνιο, για παράδειγμα, κάποιοι ερευνητές, είτε νεοελληνιστές είτε Ελληνοαμερικανοί, οι οποίοι βρίσκονται στα μέσα ή και στο πέρας της σταδιοδρομίας τους, να προσελκύονται από ένα ελληνοαμερικανικό θέμα συναφές με την επιστήμη τους και να το ενσωματώνουν στα ερευνητικά τους πλαίσια με εξαιρετικά αποτελέσματα.

Στην Ελλάδα, τρεις είναι κυρίως οι θεσμικοί χώροι που έχουν συμβάλλει τα μέγιστα στην παραγωγή γνώσης για την ελληνοαμερικανική κοινωνία και κουλτούρα. Τα τμήματα Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, τα τμήματα Ιστορίας, και εκείνα των Πολιτικών και Διεθνών Σπουδών. Μια ματιά στην πορεία του ανθρώπινου δυναμικού με σημαντική προσφορά στους χώρους αυτούς υποδεικνύει τη ρευστότητα του τοπίου. Δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι οι θέσεις αυτών που συνταξιοδοτούνται θα αναπληρωθούν και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα συνεχιστεί αυτό το συγκεκριμένο ερευνητικό ενδιαφέρον, αν όντως αναπληρωθούν. Είτε διότι δεν υπάρχει η δέσμευση από τους εμπλεκόμενους φορείς, είτε διότι λείπουν οι δομές που θα υποστήριζαν συστηματικά την ελληνοαμερικανική έρευνα. Αξιοσημείωτο είναι ότι αρκετοί λαμπροί επιστήμονες και επιστημόνισσες, που το αρχικό τους ερευνητικό έργο διακρίθηκε σε ελληνοαμερικανικά θέματα, αργότερα στράφηκαν, για δικούς τους λόγους, προς άλλους επιστημονικούς τομείς. Μια παράλληλη στροφή παρατηρούμε και στις λίγες αντίστοιχες ερευνήτριες με διατριβή σε ελληνοαμερικανικά θέματα στην Ευρώπη, συγκεκριμένα στη Γερμανία και τη Σουηδία. Θα βοηθούσε να κατανοήσουμε τη δυναμική αυτού του χώρου μέσω της οπτικής των ίδιων των εμπλεκομένων. Σε ένα δομικό επίπεδο, ωστόσο, μια αρχική αποτίμηση των αντικειμενικών στοιχείων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι ελληνοαμερικανιστές με πλήρη πανεπιστημιακή απασχόληση μειώνονται.

Η σχετικά περιορισμένη παρουσία του ελληνοαμερικανικού στοχαστικού λόγου στην Ελλάδα αντιδιαστέλλεται με την τεράστια επένδυση στο λόγο για τις χαμένες πατρίδες, ο οποίος, με όποιον τρόπο και αν το εξετάσει κανείς, άδραξε ιστορικά τη μερίδα του λέοντος σε σχέση με το λόγο για τις νέες πατρίδες. Η νέα επώνυμη έδρα Ποντιακών Σπουδών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης θα καλύπτει εκ των πραγμάτων τις απανταχού διασπορές των Ποντίων που δημιουργήθηκαν, συμπεριλαμβανομένων αυτών στις ΗΠΑ. Το όλο εγχείρημα εντούτοις συνδέεται με τις χαμένες πατρίδες.

Στις ΗΠΑ οι ελληνοαμερικανικές σπουδές στο πανεπιστήμιο έχουν τη δική τους πολύπλοκη ιστορία. Πραγματοποιούνται από ερευνητές σε διάφορα ακαδημαϊκά τμήματα, ιδίως όπως αυτά της ιστορίας, της νεότερης αρχαιολογίας, της κοινωνιολογίας και των παιδαγωγικών, καθώς και σε κάποια προγράμματα νεοελληνικών σπουδών. Τα τελευταία σε γενικές γραμμές και στην πλειονότητά τους δεν επικεντρώθηκαν ερευνητικά στο ελληνοαμερικανικό γνωστικό αντικείμενο. Αρχικά, μάλιστα, υπήρξε κάποια θεσμική εναντίωση στο κάλεσμα να ανοίξουν οι νεοελληνικές σπουδές σε ένα διεθνικό προσανατολισμό ο οποίος θα εξέταζε την ελληνική πολιτιστική και πολιτική παραγωγή και σε σχέση με την κοινωνία των ΗΠΑ και την Ελλάδα. Δηλαδή πολύ νωρίς, τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, υπήρξε ένα εξαιρετικά πρωτοποριακό κάλεσμα το οποίο έθετε την ελληνοαμερικανική εμπειρία σε δύο πλαίσια ταυτόχρονα, και εθνοτικά και διασπορικά, μια διπλoεστιακή προοπτική, όπως απαιτείται για κάθε διασπορικό μόρφωμα. Ήταν ένα έντονα πολιτικοποιημένο κάλεσμα, το οποίο μεταξύ άλλων επιζητούσε να καλλιεργήσει την αλληλεγγύη των ελληνοαμερικανών προς τους αγώνες των «μειονοτήτων» κατά της καταπίεσης και τη δημιουργία μιας ισότιμης πλουραλιστικής κοινωνίας.

Οι τότε νεοελληνιστές ακολούθησαν άλλη πορεία, με τη δική της πολύπλοκη ιστορία. Αρχικά αντιμετώπισαν τη μεγάλη πρόκληση της νομιμοποίησης των εκκολαπτόμενων προγραμμάτων μέσω της καλλιέργειας του διαθέσιμου πολιτιστικού κεφαλαίου της Ελλάδας, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον στους ευρείας φήμης πρόσφατους νομπελίστες ποιητές, καθώς και σε άλλους διεθνώς αναγνωρισμένους συγγραφείς, όπως ο Νίκος Καζαντζάκης. Η πολιτικοποίηση των εθνοτικών σπουδών μέσω της κριτικής που άσκησαν στον λογοτεχνικό, ιστορικό, και πολιτιστικό κανόνα, καθώς και του οράματος του πολιτικού ρόλου των εθνοτικών σπουδών, πραγματοποιήθηκε σε σχέση με την ελληνοαμερικανική πραγματικότητα, αλλά κυρίως υιοθετήθηκε από ερευνητές έξω από το πανεπιστήμιο στις ΗΠΑ και από τμήματα της αγγλικής φιλολογίας στην Ελλάδα. Έπρεπε να συντελεστεί η θεωρητική «επανάσταση» στο χώρο των προγραμμάτων και να αναπτυχθούν καινοτόμες μελέτες περί διασποράς, ώστε ο χώρος να ανοίξει, έστω σε περιορισμένο βαθμό, στο ερευνητικό πεδίο «Ελληνοαμερικανοί» με διατριβές και μελέτες για την επόμενη γενιά των πανεπιστημιακών.

Είναι αξιοσημείωτο ότι οι ελληνοαμερικανικές κοινότητες και οι χορηγοί συνέχισαν και συνεχίζουν να υποστηρίζουν τα προγράμματα, αλλά η εστίαση των επιχορηγήσεων επιδιώκει κυρίως τη διδασκαλία της γλώσσας και την καλλιέργεια της γνώσης για την Ελλάδα. Για λόγους που απαιτείται να ερευνηθούν, δεν υπήρξαν πρωτοβουλίες να θεσπιστούν έδρες ειδικά αφιερωμένες στην ελληνοαμερικανική ιστορία και κουλτούρα, παρότι ή ίσως λόγω του ότι τεράστια ποσά διατίθενται από ελληνοαμερικανικές οργανώσεις και επιχειρηματίες για αφηγήματα της ελληνοαμερικανικής ταυτότητας από το εσωτερικό της «κοινότητας».

Από την παραπάνω σύντομη παρουσίαση, ας κρατήσουμε αυτό: η πρόσκληση και η πρόκληση των ελληνοαμερικανικών σπουδών ήταν και παραμένει το επιστημολογικό αίτημα της γνώσης των δύο εθνικών ιστοριών, των δύο πολιτισμών και των μεταξύ τους σχέσεων. Αυτή η πολλά υποσχόμενη διπλή εστίαση απαιτεί ερευνητές με γνώσεις και σε αμερικανικές και σε νεοελληνικές σπουδές, καθώς και την ανάλογη θεωρητική κατάρτιση για τις συγκριτικές και διαπολιτισμικές προσεγγίσεις. Σε αυτό το πλαίσιο αναδύεται το ενδεχόμενο να πραγματωθεί η ελληνοαμερικανική έρευνα σε χώρους πέραν των νεοελληνικών σπουδών στα τμήματα ιστορίας, πολιτικών επιστημών, κοινωνιολογίας, ανθρωπολογίας, και αμερικανικής λογοτεχνίας και πολιτισμού, όπως συνέβη σε κάποιο βαθμό στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Η επικρατούσα στροφή των ανθρωπιστικών σπουδών στις ΗΠΑ προς το διεθνικό προσανατολισμό και η σημασία που αποδίδεται πολιτικά και πολιτιστικά στη διασπορά θα παρουσίαζε εύλογα ευκαιρίες για το ζητούμενό μας.

Και όμως, ο διευρυνόμενος χώρος δεν έχει αξιοποιηθεί όσο θα έπρεπε, εν μέρει ίσως λόγω του σχετικά μικρού αριθμού ελληνοαμερικανών ερευνητών στις ανθρωπιστικές επιστήμες. Εκτός κι αν πρόκειται για ιδιαίτερα διακεκριμένους λογοτέχνες, όπως ο Jeffrey Eugenides, οι αμερικανικές σπουδές δεν έχουν γενικώς επιδείξει ενδιαφέρον για την ελληνοαμερικανική «μειονοτική» και εθνοτική λογοτεχνία. Εκτός από μεμονωμένες (και εξαιρετικές, όπως της Phyllis Pease Chock) περιπτώσεις, η ανθρωπολογία γενικά απέχει. Όπως απέχουν και οι εθνοτικές σπουδές, εκ των πραγμάτων, μια και οι λόγοι της ίδρυσής τους ήταν η επικέντρωση σε καταπιεσμένες μειονότητες. Υπάρχει μια σημαντική παρουσία, κυρίως στην ιστορία, ένα πεδίο που προσφέρει πρόσθετες δυνατότητες, και σε δεύτερο λόγο κάποια δραστηριότητα στην κοινωνιολογία, αλλά η κατάσταση στη δεύτερη δεν είναι η καλύτερη δυνατή. Με αφορμή την εμπορική επιτυχία του Γάμος α λα ελληνικά υπήρξε ενδιαφέρον στις κινηματογραφικές σπουδές των ΗΠΑ, αλλά και της Βρετανίας, ενώ στο χώρο αυτό διαφαίνονται περαιτέρω προοπτικές, δεδομένης και της άνθησης των φεστιβάλ ελληνικού κινηματογράφου στις ΗΠΑ.

Οι λόγοι για αυτήν τη σχετική περιθωριοποίηση σχετίζονται με τις γνωσιολογικές προτεραιότητες και ιεραρχίες που συνυφαίνονται με τη διαθεσιμότητα των επιχορηγήσεων, το πολιτιστικό κεφάλαιο του κάθε θέματος και την πολιτική σημασία ποικίλων φαινομένων. Άλλο το κύρος του Eugenides, άλλο της Παπάζογλου Μάργαρη. Το Βραβείο Πούλιτζερ με το οποίο τιμήθηκε ο πρώτος έχει πυροδοτήσει το ενδιαφέρον των επιστημόνων πέρα από τα προγράμματα νεοελληνικών σπουδών, ενώ δεν συνέβη το ίδιο με το λογοτεχνικό έργο της δεύτερης, που είναι γραμμένο στα ελληνικά και βραβευμένο στην Ελλάδα. Άλλη η διαθεσιμότητα των κονδυλίων για τις εθνογραφίες με θέμα τους πρόσφυγες, άλλη η διαθεσιμότητα για τις εθνογραφίες με θέμα την αφομοιωμένη ελληνοαμερικανική ελίτ. Οι ευκαιρίες για επαγγελματική σταδιοδρομία των επιστημόνων που έχουν εξειδικευτεί στις ελληνοαμερικανικές σπουδές είναι από απαγορευτικές μέχρι αυστηρά περιορισμένες – ιδιαίτερα στην τρέχουσα πραγματικότητα των τεράστιων περικοπών και της γενικότερης κρίσης των ανθρωπιστικών σπουδών στο δυτικό κόσμο.

Η παραπάνω χαρτογράφηση συμβάλλει να εντοπίσουμε πιθανές παρεμβάσεις για την ενδυνάμωση και την αναπαραγωγή των ελληνοαμερικανικών σπουδών, καθώς και για τον εμπλουτισμό του δημόσιου λόγου τον οποίο συνεπάγεται. Η τωρινή συγκυρία με το έντονο ενδιαφέρον για τις διασπορές στις ΗΠΑ και στην Ελλάδα ευνοεί την προσπάθειά μας να καλυφθεί το χαμένο έδαφος. Προτείνω τα εξής:

α) Όσον αφορά τη νέα γενιά, πιστεύω ότι από την πλευρά των ενδιαφερόμενων επιστημόνων απαιτείται υψηλής ποιότητας συγκριτικός ερευνητικός προσανατολισμός και από την πλευρά των φορέων να διατεθούν υποτροφίες ως κίνητρο καλλιέργειας του ελληνοαμερικανικού σκέλους της έρευνας. Αρκετοί επιμορφωτικοί θεσμοί και νεοελληνικά προγράμματα σπουδών στις ΗΠΑ διαθέτουν υποτροφίες για αυτόν το σκοπό σε μεταπτυχιακούς φοιτητές. Θα ήταν επιθυμητό να διατηρηθεί αυτό το υποστηρικτικό δίκτυο και να επαυξηθεί, αν είναι δυνατόν, τουλάχιστον από τα πιο εύπορα προγράμματα. Μια εναλλακτική προσέγγιση θα ήταν η αρχική εδραίωση των νέων επιστημόνων σε ένα ηγεμονικό πεδίο σπουδών –ιστορία, κοινωνιολογία, πολιτιστικές σπουδές, ανθρωπολογία– και κατόπιν η επέκταση σε θέματα εθνοτικού ενδιαφέροντος. Βέβαια υπάρχουν και αχαρτογράφητες λύσεις, οι επιστήμονες θα μπορούσαν να χαράξουν τις δικές του καινοτόμες πορείες ανάλογα με τις συγκεκριμένε θεσμικές συνθήκες που αντιμετωπίζουν.

β) Όσον αφορά τους πανεπιστημιακούς που έχουν καταξιωθεί στον ακαδημαϊκό τους κλάδο, καλό θα ήταν να δοθούν κίνητρα για να συμπεριλάβουν το ελληνοαμερικανικό φαινόμενο στην έρευνά τους, εφόσον το επιθυμούν. Υπάρχει ένα πολύτιμο απόθεμα νεοελληνιστών με υψηλό πανεπιστημιακό κύρος στις ΗΠΑ, που με σχετικά λίγη επένδυση μπορεί να προσφέρει πάρα πολλά. Ένα δοκίμιο, μια ανάλυση, ένα άρθρο, μια παρέμβαση– όπως έχουν πράξει αρκετοί, όχι για ανταμοιβή, αλλά επειδή αναγνωρίζουν τα διακυβεύματα του ζητήματος –θα καλύψουν καίριες γνωστικές ανάγκες και θα θέσουν προκλητικά ερωτήματα για περαιτέρω έρευνα. Επιμέρους παρεμβάσεις, όπως οι διεπιστημονικές συνεργασίες, συμπεριλαμβανομένων και των συμπράξεων μεταξύ επιστημόνων σε διαφορετικές χώρες και ηπείρους, θα πρόσφεραν πολλά. Επίσης, μεταφράσεις ελληνοαμερικανικής λογοτεχνίας, ποίησης και άλλων κειμένων θα μπορούσαν να συνοδεύονται με εκτενή σχολιασμό από πανεπιστημιακούς.

γ) Η χρηματοδότηση εδρών και ερευνητικών κέντρων αφιερωμένων στην έρευνα για τους ελληνοαμερικανούς θα αποτελούσε προφανώς την κυρίως επιθυμητή ισχυρή ώθηση. Εξυπακούεται ότι το όραμα αφορά ένα υψηλής ποιότητας ερευνητικό πεδίο που είναι ανοικτό σε νέες ιδέες και καινοτόμες προσεγγίσεις.

Συνέχιση των ελληνοαμερικανικών σπουδών σημαίνει θεσμική συνέχεια, κάτι για το οποίο αρκετοί από εμάς αγωνιζόμαστε. Ας κλείσω λοιπόν με το παράδειγμα ενός δικού μου εγχειρήματος. Στα ελληνοαμερικανικά γράμματα και τις τέχνες υπάρχει η σημαντική παράδοση των πολιτιστικών περιοδικών. Ανακαλώ από το παρελθόν τους τίτλους The Coffeehouse, Aegean Review, Greece in Print, Mondo Greco, The Charioteer. Τα περισσότερα, αν όχι όλα, έχουν πάψει να κυκλοφορούν. Ανακαλώ με ιδιαίτερη αγάπη τα ειδικά αφιερώματα για τους ελληνοαμερικανούς των Mondo Greco και The Charioteer. Δεν πρόσφεραν μόνο απόλαυση ή πηγές μάθησης και αφορμές για σκέψη, αλλά και πολυτιμότατο υλικό για την έρευνά μου. Από το χώρο της έρευνας δε, ιδιαίτερα εκτιμώ το Journal of the Hellenic Diaspora, που μου υπενθύμιζε ότι σαν ερευνητής ήμουν μέλος μιας κοινότητας και το οποίο με ενδυνάμωνε να συνεχίσω, έδινε έναυσμα να συνεισφέρω κι εγώ. «Να ένας ποιητής που θα ήταν ωφέλιμο να προσεχθεί». «Να ένα θέμα που έχει παραμεληθεί». «Να ένα απόσπασμα από ένα πρόσφατο μυθιστόρημα». «Να ένα νέο ντοκιμαντέρ»: τα περιοδικά μας προέτρεπαν να τα προσέξουμε. Τα περιοδικά ήταν κομβικά σημεία αναφοράς. Συνέβαλλαν στην κατανόηση του φαινομένου, εντόπιζαν εξελίξεις, πρόσφεραν βιβλιογραφίες, έθεταν ερωτήματα, προκαλούσαν ενδιαφέρον. Ήταν ένα από τα μέσα που συνέβαλαν στη διαμόρφωσή μου ως διασπορικού πολίτη και ως ελληνοαμερικανιστή.

Τέτοια δώρα είναι ωφέλιμο να ανταποδίδονται. Όταν τα νέα έφθασαν για την επικείμενη διακοπή της έκδοσης του Journal of the Hellenic Diaspora αισθανθήκαμε την ανάγκη, με την παρότρυνση και αρχική συμμετοχή της συναδέλφου Μάρθας Κληρονόμου, να αρχίσουμε ως η επόμενη γενιά το διαδικτυακό περιοδικό Ergon: Greek/American and Diaspora Arts and Letters. Είναι μια πλατφόρμα ανοικτή σε πολλά επίπεδα. Κατ’ αρχάς είναι ανοικτής πρόσβασης. Είναι φιλόξενο σε ποικίλα είδη: στα αυτοβιογραφικά δοκίμια, τα επιστημονικά άρθρα, την ποίηση, τις συνεντεύξεις, τις τέχνες, τις βιβλιογραφίες, την κριτική βιβλίων και το αρχειακό υλικό. Παρεμβαίνει ώστε να καλύψει τα θέματα που προαναφέρθηκαν: φέρνει στο προσκήνιο προσωπικές και συλλογικές ταυτότητες τις οποίες απέκλεισαν οι ηγεμονικοί λόγοι κατά το παρελθόν, και συνεχίζουν να τις αποκλείουν ακόμα και σήμερα. Παρακολουθεί τη νέα πολιτιστική παραγωγή και φέρνει στο επίκεντρο σημαντικά βιβλία που έχουν αδίκως παραγκωνιστεί, ακόμα και από τμήματα της ελληνοαμερικανικής διανόησης. Καλλιεργεί νέες τοπογραφίες διακίνησης ιδεών, όπως μεταξύ των ΗΠΑ, της Αυστραλίας και της Ελλάδας. Εμπλουτίζει το αρχείο. Είναι ανεξάρτητο, στηριζόμενο από πανεπιστημιακούς φορείς και ιδιώτες που αγαπούν τη γνώση και τις δύσκολες αλήθειες. Έχει επισκεψιμότητα από όλο τον κόσμο. Είναι ένα διασπορικό εγχείρημα, κατά κύριο λόγο αγγλόφωνο, που όμως κάνει προσπάθειες να συμπεριλάβει υλικό και στα ελληνικά. Αποτελεί έναν κόμβο σε ένα πολύπλοκο δίκτυο με σκοπό να συνεισφέρει στην κατανόηση της ολοένα μεταλλασσόμενης διασποράς.

Ελπίδα μου και απώτερος σκοπός αυτού του κειμένου είναι ότι οι ενδιαφερόμενοι πολιτιστικοί παράγοντες, τα ιδρύματα και οι άνθρωποι των γραμμάτων θα συνεχίσουν ή ακόμα και θα εντείνουν τις προσπάθειες να εμπλουτίσουν τους δικούς τους ελληνοαμερικανικούς κόμβους σε συνομιλία με τους άλλους. Πολλά τα οφέλη που θα προκύψουν, όπως πιστεύω, μέσα από αυτόν τον πολιτιστικό ακτιβισμό και το διάλογο.

Γιώργος Αναγνώστου 

Σημειώσεις

(1) Η διακίνηση είναι αμφίδρομη και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων μεταφράσεις ελληνικής λογοτεχνίας και ποίησης στα αγγλικά, όπως επίσης και ελληνοαμερικανικά φεστιβάλ ελληνικού κινηματογράφου. Ας θυμηθούμε επίσης την παραγωγή αγγλόφωνης ποίησης στην Ελλάδα.

(2) Έχω παρουσιάσει τις θέσεις μου επί του θέματος σε διάφορα αγγλόφωνα και ελληνόφωνα βήματα διαλόγου. Ενδεικτικά αναφέρω τις ακόλουθες τέσσερεις: (α) “Where does ‘Diaspora’ Belong? The Point of View from Greek American Studies,” Journal of Modern Greek Studies 28.1, 2010. (β) “Empowering ‘Greek American Studies.’” http://immigrations-ethnicities-racial.blogspot.com/2013/12/empowering-greek-american-studies.html (2013). (γ) “Steve Frangos: Achieving an Archive.” Ergon: Greek/American and Diaspora Arts and Letters, 2018. (δ) «Ελληνοαμερικανική Πολιτισμική Παραγωγή στην Ελληνική Γλώσσα». Ergon: Greek/American and Diaspora Arts and Letters, 2019.


No comments:

Post a Comment